Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 17 Ιούλ 2022, 23:26
Τα αλβανικά γένη μέσα από το Χρονικό των Ιωαννίνων και το Χρονικό των Τόκκων
Κυρίαρχη ασχολία των μεγάλων ομάδων των Αλβανών εποίκων είναι η κτηνοτροφική-πολεμική-ληστρική. Ο χρονογράφος μάλιστα του χρονικού των Τόκκων, ο οποίος σε κάθε ευκαιρία υπογραμμίζει την οικονομική και πολιτισμική καθυστέρηση του αλβανικού στοιχείου απέναντι στο ελληνικό στοιχείο των βιοτεχνών και αρχόντων του "άστεως", θα δηλώσει κατηγορηματικά: "Επίστευσαν 'ς τα Ιωάννινα είναι αρβανιτζέλια/χοιροβοσκοί παρόμοιοι τους και να τους προσκυνήσουν/και εκεί ήσαν άρχοντες Ρωμαίοι, στρατιώτες ανδειωμένοι ". Και παρακάτω: "Εις τα Ιωάννινα ευρίσκονται ραφτάδες, τζακαράδες/που εσύρονταν καλύτερα από τον Ζενεβέση".
Οι Αλβανοί "χοιροβοσκοί" αποτελούν, κατά το χρονικό, μια πρωτόγονη ποιμενική κοινωνία άπορων, άξεστων, πεινασμένων και "λείξευρων" ανθρώπων, ξένων προς κάθε σημάδι πολιτισμού. O χαρακτηρισμός τους επίσης από τον χρονογράφο, ως "χοιροβοσκών" παραπέμπει στο βαλανίδι κι επομένως σε κτηνοτροφία που χρειαζόταν σκληρή τροφή, προφανώς αιγο-προβατοτροφία. Πρόκειται επομένως για φτωχούς ποιμένες, με μικρής κλίμακας κτηνοτροφία, με δυνατότητα, κατά συνέπεια, ευλύγιστων μετακινήσεων που δεν απέκλειαν βέβαια τις μετακινήσεις. Φτωχοί ημινομάδες, "θέριζαν" τον τόπο απ' όπου πέρναγαν, εξαντλούσαν τα πάντα και μετακινούνταν. Η εξάρτηση τους, άλλωστε, ως ημινομάδων, από τα γεωργικά προϊόντα προκαλούσε την λεηλασία της καλλιεργημένης γης γύρω από τις οχυρές πόλεις, στερώντας τις τελευταίες από τα παραγωγικά τους αγαθά. Η πόλη των Ιωαννίνων δεν θα μπορέσει να "σοδιάσει" επί τρία χρόνια, λόγω της λεηλασίας των αγροτικών της προϊόντων, ενώ οι αρπαγές κοπαδιών, κτηνών και οι επιδρομές λεηλασίας επιφέρουν στην αρχή σοβαρό πλήγμα και στις κτήσεις του Καρόλου Τόκκο.
Εκτός από τους αρχηγούς των ηγετικών γενών, που μαζί με μία κρίσιμη μάζα πολεμιστών κρατούν τα κάστρα, ο υπόλοιπος πληθυσμός ζει σκορπισμένος σε διάσπαρτα μικρούς οικισμούς και σε "κατούνες", σε προσωρινούς δηλαδή καταυλισμούς που χρησιμοποιούν οι βοσκοί στις εποχικές τους μετακινήσεις. Όταν υπάρχει απειλή, οι Αλβανοί ποιμένες διάσπαρτοι στα βουνά και στις κατούνες, θα τρέξουν να ενισχύσουν την άμυνα του κάστρου. Πρέπει να επισημάνουμε βέβαια τον μικρό αριθμό των Αλβανών υπερασπιστών των κάστρων, όπως συχνά δηλώνεται μέσα από το χρονικό των Τόκκων. Επειδή όμως και τα δύο χρονικά δεν μας παρέχουν άλλα στοιχεία για έναν έστω κατά προσέγγιση υπολογισμό της αριθμητικής δύναμης των Αλβανών εποίκων, είμαστε επιφυλακτικοί αν πρέπει να αποδώσουμε αυτή την ένδειξη σε μια σχετική "ολιγανθρωπία" του αλβανικού στοιχείου - παρόλο που το χρονικό των Τόκκων κάνει συχνά αναφορά στα "Άλβανα τα άπειρα" - ή να το θεωρήσουμε συνάρτηση της κτηνοτροφικής ζωής των Αλβανών ποιμένων, αναγκασμένων για τον βιοπορισμό τους, να ζουν ανάμεσα στα βουνά και στις πεδιάδες. Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι οι Αλβανοί έποικοι δεν εξεδίωξαν τον ελληνικό πληθυσμό απ' όσες οχυρωμένες πόλεις - κάστρα είχαν καταλάβει. Το ελληνικό και το αλβανικό στοιχείο ζούσαν ανάμικτα μέσα στους οχυρωμένους οικισμούς, υπό την κυριαρχία βέβαια των Αλβανών που είχε γίνει αποδεκτή. Έτσι, για παράδειγμα στην Άρτα, οι αρτινοί άρχοντες συμβίωναν με τους Σπάτα, ενώ στη Ρηνιάσα, ντόπιοι και Αλβανοί ασκούσαν μαζί πειρατεία στο Ιόνιο. Η κλειστή δομή του γένους δεν θα επέτρεπε βέβαια την ανάμιξη με τον ελληνικό πληθυσμό στην ύπαιθρο χώρα. Η συχνή αναφορά στις "κατούνες" υποδηλώνει ότι κατοικούσαν, σε δικούς τους καταυλισμούς, θερινούς ή χειμερινούς. Τα αλβανικά αυτά γένη, προκειμένου να εξασφαλίσουν την γη που είτε είχαν εποικίσει ειρηνικά, είτε με την επιθετική τους δράση είχαν καταπατήσει - διεκδικώντας όμως ταυτόχρονα ολοένα και περισσότερη γη γι' αυτούς και τα κοπάδια τους - αναπτύσσουν, σ' όλο το χρονικό διάστημα που καλύπτουν τα δύο χρονικά, συνεχή πολεμική δραστηριότητα. Το γένος στην πολεμική του δράση παρουσιάζει εσωτερική συνοχή και αλληλεγγύη. Η συσπείρωση και η αλληλεγγύη όλων των μελών γύρω από τον πυρήνα του (γένους), το καθιστούσε ισχυρό σε παραγωγικό δυναμικό και πολεμική επάρκεια. Η ισχύς αυτή εξασφάλιζε την οικονομικο-κοινωνική του επιβίωση και ανεξαρτησία.
Σημειώνονται όμως και αρκετές περιπτώσεις όπου η συνοχή αυτή διασπάται, εξαιτίας της αυτονομημένης δράσης μεμονωμένων μελών ή υποκλάδων του γένους, που συντάσσονται με δυνάμεις εχθρικές στο γένος. Έτσι, όταν ο Κάρολος Τόκκο οργανώνει ισχυρό στρατιωτικό σώμα, για να εξαπολύσει την αντεπίθεση του εναντίον των Αλβανών στην Ακαρνανία, πολλοί από τους Αλβανούς, ακόμα και από τους "άρχοντες του γένους των Σπαταίων", του προσφέρουν τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες ως μισθοφόροι, ως αντάλλαγμα για τις προσφερόμενες υπηρεσίες, θα λάβουν μισθό "ρόγα" αλλά και δικαίωμα εγκατάστασης στις κτήσεις του Καρόλου με παραχώρηση "προνοιών" και "κρατημάτων". Η εγκατάσταση δεν αφορούσε μόνο τους μισθοφόρους πολεμιστές αλλά και τις οικογένειες τους, κάποτε και ολόκληρο τον υποκλάδο.
Από το χρονικό γίνεται φανερό ότι οι παροχές του Δούκα, αποτελούσαν σημαντικό κίνητρο για τους Αλβανούς μισθοφόρους. Η διάσπαση όμως της συνοχής των γενών, με απώτερη συνέπεια την απόσχιση κλάδων από τον κορμό του γένους, πρέπει ν' αποτελούσε συνάρτηση της αύξησης του αριθμού των μελών του γένους και της όξυνσης των ανταγωνισμών για τον έλεγχο του φυσικού και κοινωνικού βιοτόπου. Μέσα σ 'αυτό το πλαίσιο, η άντληση εισοδημάτων με την παροχή μισθοφορικών υπηρεσιών αποτελούσε σημαντική διέξοδο για τους οικονομικά ασθενέστερους κλάδους του γένους ή για τα μικρά και αδύνατα γένη. Πολλοί από τους μισθοφόρους αυτούς θα αποκτήσουν σπουδαία φήμη ως στρατιώτες. Η διάσπαση της αλληλεγγύης του γένους εκδηλώνεται επίσης με την επίδειξη αδιαφορίας απέναντι στα συμφέροντα ενός υποκλάδου, πολιτικά ή οικονομικά. Η έλλειψη συνεργασίας και ενδιαφέροντος επιφέρει τη διάσπαση των δυνάμεων του γένους και την οικονομική και πολιτική αποδυνάμωση του υποκλάδου. Έτσι, η ολοκληρωτική αδιαφορία του Μουρίκη Σπάτα απέναντι στον θείο του Σγουρό και τον εξάδελφο του Παύλο Σπάτα, οδήγησε, με την μεσολάβηση και άλλων παραγόντων, στην κατάλυση της κυριαρχίας των Σγουρού και Παύλου στην Αιτωλία και Ακαρνανία.
Το χρονικό δεν αιτιολογεί την έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των δύο κλάδων των Σπάτα. Η στάση όμως του Μουρίκη Σπάτα απέναντι στον κλάδο του θείου του Σγουρού, υποδηλώνει την έναρξη μιας διαδικασίας εσωτερικής ιεράρχησης του γένους, όπου ο ένας κλάδος τείνει να διεκδικεί για τον εαυτό του τον έλεγχο της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας. Τα διάφορα γένη δρουν ανεξάρτητα μεταξύ τους και αυτονομημένα το ένα από το άλλο. Στην ανταγωνιστική τους δράση για έλεγχο και κατοχή γης, συγκρούονται πολλές φορές μεταξύ τους, συμμαχούν ή τα ασθενέστερα, από άποψη αριθμού πολεμιστών, υποτάσσονται στα ισχυρότερα. Σε εποχές μάλιστα πολιτικής αναταραχής, όπου υπάρχει περιθώριο ανακατανομής των περιοχών ελέγχου, τότε οι συγκρούσεις μεταξύ των γενών είναι συνεχείς. Όταν όμως μια επίφοβη εχθρική δύναμη απειλήσει σοβαρά τον ζωτικό χώρο και την ασφάλεια των γενών, διαπιστώνεται μια γενική συσπείρωση συμμαχικών αλλά και ανταγωνιστικών μεταξύ τους γενών. Στην ένωση των αλβανικών γενών απέναντι στις δυνάμεις του Καρόλου Τόκκο στη μάχη της Κρανέας, ο G. Schiro θα δει μια καθαρή μαρτυρία της εκδήλωσης, επί ελληνικού εδάφους, του λεγομένου "Kushtrim", της κοινωνικής και στρατιωτικής οργάνωσης των Αλβανών, σε προκαστριωτική περίοδο, η οποία συναντιέται και αργότερα επικυρωμένη στο άγραφο εθιμικό τους δίκαιο, τον Kanun του Λεκ Ντουκατζίν.
Μετά την ανάκτηση της παλαιάς πρωτεύουσας, Άρτας, ο Κάρολος Α' Τόκκο, επικεφαλής του ενοποιημένου, πλέον, Δεσποτάτου θα αποκαλείται "Δεσπότης των Ρωμαίων". Στην κατάληψη της Άρτας φονεύεται ο τελευταίος Αλβανός κυρίαρχος αυτού του ηπειρωτικού κάστρου, ο εξισλαμισμένος Σπάτα, Γιακούμπ, με τον θάνατο του οποίου λήγει και η δυναστεία των Σπάτα. Ο Τόκκο, ωστόσο, δεν θα εκδιώξει τους Αλβανούς από το Δεσποτάτο. O Πανηγυρικός στον Ιωάννη Η' Παλαιολόγο, ο οποίος έχει γραφεί ανάμεσα στα έτη 1427-1446, μνημονεύει τα εξής σχετικά με την εθνολογική κατανομή του πληθυσμού στον ηπειρωτικό χώρο, την εποχή της αρχής του Καρόλου Τόκκο, καθώς και με την ανατροπή που επέφερε η δράση του τελευταίου στον συσχετισμό αυτόν: "Πάσης δε εκείνης τα μεν επί θάλατταν χωρία Ελληνες ώκουν, τα δ' ανωτέρω και προς μεσόγαιαν βάρβαροι και πάλαι και νυν ους εκβαλών, τούτο μεν απάτη και πειθοί, τούτω δε δόλω, έστι δ'οις και βίαν επαγαγών άρχει ξυμπάσης...".
Ωστόσο, όσα αναφέρει ο συγγραφέας του Πανηγυρικού θα πρέπει ενδεχομένως να ερμηνευθούν με όρους κατανομής της στρατίωτικο-πολιτικής εξουσίας την εποχή που αναλαμβάνει την αρχή ο Κ. Τόκκο. Τα κάστρα και οι οχυρές πόλεις της παραλιακής ζώνης κατέχονται από τους Έλληνες, ενώ αυτά της ενδοχώρας από τους "βαρβάρους". Ο Κάρολος Τόκκο θα εκδιώξει τους τελευταίους από τα κάστρα, αφαιρώντας τους έτσι τα ερείσματα της στρστιωτικο-πολιτικής κυριαρχίας τους στον τόπο, εδραιώνοντας παράλληλα την δική του αρχή σε ολόκληρη την Ήπειρο. Ωστόσο, η αλβανική παρουσία στην περιοχή θα εξακολουθήσει και μετά την εκδίωξη των ηγετικών γενών από τα κάστρα. Όπως αναφέρει στη συνέχεια ο συγγραφέας του Πανηγυρικού - παρέχοντας άλλη μία μαρτυρία του ποιμενικού-νομαδικού χαρακτήρα της αλβανικής ομάδας και της οικιστικής της συμπεριφοράς στον χώρο που καταλαμβάνει - οι Αλβανοί ποιμένες είναι παρόντες στον ηπειρωτικό χώρο μέσα στο α' μισό του 15ου αι., εποχή συγγραφής του Πανηγυρικού:
"...Και τα νυν ώκισται σποράδην εκείνη και κατά μικρόν υπό Αλβανών, γένους ιλλυρικού ξύμπσσα και κωμηδόν· νομαδικόν γαρ το γένος και λυπρόβιον, ου πόλεσιν, ου φρουρίοις, ου κώμαις ουκ σγροίς, ουκ αμπελώσιν, αλλ' όρεσι χαίρον και πεδιάσιν".
Ο Κάρολος Τόκκο, έχοντας επιτύχει την πολιτική αποδυνάμωση και υποταγή των αλβανικών γενών θα ακολουθήσει μία πολιτική ειρηνικής συνύπαρξης του αλβανικού και του ελληνικού στοιχείου στον χώρο του Δεσποτάτου. Προσπαθώντας μάλιστα να ενσωματώσει στην κυριαρχία του τις περιοχές εκείνες όπου η ηγεμονία των αλβανικών γενών είχε δημιουργήσει παράδοση, θα παντρέψει, όπως μνημονεύει το Χρονικό των Τόκκων, τους γιους του με τις κόρες των Αλβανών αρχηγών και θα τους παραχωρήσει, κατά τα φευουδαλικά πρότυπα, την διοίκηση και τη δομή των περιοχών αυτών. Αλλά και πριν από το 1416, όταν μεταξύ των ετών 1405-1408 ο Κ. Τόκκο θα πρωτοστατήσει στην κατάληψη της "αφεντιάς" του Σγουρού Μπούα Σπάτα στην Αιτωλοακαρνανία, τα παιδιά του Σγουρού θα βρουν καταφύγιο στον αντίπαλο τους Κάρολο Τόκκο και όχι στον εξάδελφο τους, Μουρίκη Σπάτα, Δεσπότη της Άρτας, που θα τα εκδιώξει. Για την τύχη του Παύλου Σπάτα και της οικογένειας του δεν γνωρίζουμε τίποτα από τις πηγές.
Η πραγματική απειλή για τα αλβανικά γένη δεν προήλθε από τον Κάρολο Τόκκο αλλά από το ανταγωνιστικό στοιχείο των Οθωμανών Τούρκων, σε συνεχή προέλαση την εποχή εκείνη στα Βαλκάνια. Το 1418 το γένος των Ζενεβισαίων θα αντισταθεί στην μετατροπή της φόρου υποτέλειας στους Οθωμανούς σε κατάκτηση της περιοχής τους, από τους τελευταίους, και θα υποστεί πανωλεθρία. Παρόλο ότι το χρονικό των Τόκκων αναφέρεται σε αφανισμό των Ζενεβισαίων και εκτόπιση τους από την περιοχή Αργυροκάστρου, φαίνεται ότι οι φτωχότεροι κλάδοι του γένους ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση των Οθωμανών για επανεποικισμό της περιοχής. Έτσι, παρέμειναν στο Αργυρόκαστρο πληρώνοντας φόρο υποτέλειας. Οι υπόλοιποι κλάδοι του γένους, αφού περιπλανήθηκαν στην ύπαιθρο της Ηπείρου, όπου η ισχυρή κυριαρχία του Καρόλου Τόκκο δεν επέτρεπε την παραμονή, πέρασαν στην Πελοπόννησο. Ο ηγετικός κλάδος του Σ. Ζενεβίση, που είχε από τα προηγούμενα χρόνια εξασφαλίσει την βενετική υπηκοότητα, κατέφυγε στην Κέρκυρα. Στο κύμα των Ζενεβισαίων εποίκων του 1418 στην Πελοπόννησο θα προστεθεί, την ίδια περίπου εποχή, μικρότερος αριθμός Αλβανών εποίκων. Το 1421-22 ο Κ. Τόκκο θα εξαγοράσει από τον Φράνκο Ολιβιέρο την Γλαρέντζα, και θα την εποικίσει με άρχοντες καλούς από το Δεσποτάτο και "αλβανίτικο" λαό.
file:///C:/Users/User/Downloads/pdfcoffee.com_-1996--3-pdf-free%20(2).pdf
0 .