Τλαξκαλτέκος έγραψε:Αν ήταν απ' το Καστράτ θα λεγόταν "Καστράτος", όχι Καστριώτης. Άσε που οι βιογράφοι του γράφουν πως ήταν απ' την Μακεδονία ( Ημαθία ).
Αυτό ίσως σε ενδιαφέρει.
Ο αλβανός ήρωας παρουσιάστηκε για πρώτη φορά να δηλώνει «Έλληνας» σε τραγωδία του Ιωάννη Ζαμπέλιου, το 1817-18. Επανήλθε στο ελληνικό προσκήνιο το 1848 με τη μετάφραση από τα ιταλικά της Ιστορίας Γεωργίου Καστριώτου από τον Ανδρέα Παπαδόπουλο-Βρετό, μάλλον με αφορμή την «αποστασίαν» του Γκιουλέκα, το 1847. Την ελληνική ταυτότητά του όμως σφράγισε ο Παπαρρηγόπουλος το 1853, ελληνοποιώντας έτσι και τους περίφημους αγώνες του εναντίον των Οθωμανών κατά το 15ο αιώνα. Στα επόμενα χρόνια καθιερώθηκε, αν όχι ως Έλλην, τουλάχιστον ως «ηγεμών της Ηπείρου», ως ο ήρωας που αντιπροσώπευε τον «άθικτον Ελληνισμόν». Αλλά δεν στέριωσε στη νέα του πατρίδα παρά τη βοήθεια του βρετανού Πρωθυπουργού Disraeli, που τον καταχώρισε κι αυτός ως Ηπειρώτη. Ο ίδιος ο Παπαρρηγόπουλος αργότερα τον απαρνήθηκε ρητά, θύμισε πως ήταν Καθολικός, ότι ονομάστηκε «Ισκεντέρ» από τους Τούρκους όταν είχε εξισλαμιστεί, και τον απέδωσε σώο στους Αλβανούς. Αν ήταν να διαλέξει ήρωα για την Ελλάδα, ο Παπαρρηγόπουλος δεν έκρυβε την προτίμησή του για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Η αναφερθείσα δημόσια επίθεση του Δήμιτσα και κατά δεύτερο λόγο του Ευθυμίου Πράντη εναντίον του, για να ξεπλύνουν το σλαβικό αίμα του Καστριώτη, πιθανόν κατέστησε τον αλβανό ήρωα ακόμη γνωστότερο στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, αλλά ήταν πλέον αδύνατο να τον ανακτήσουν πλήρως. Μολονότι συνέχισε να αναφέρεται ενίοτε ως Ηπειρώτης, όπως στην τραγωδία του πειραιώτη ποιητή και γυμνασιάρχη πλέον Αντώνιου Αντωνιάδη, «Ο Σκεντέρμπεης», ως «Αλβανο-Έλλην» ή ως Αλβανός «ελληνόψυχος» τα περισσότερα σχολικά εγχειρίδια τον μνημόνευαν πλέον ρητά ως Αλβανό. Εξαίρεση αποτέλεσαν η αναφορά του Λουκά Μπέλλου, για τον οποίο ο Καστριώτης ήταν «ο τελευταίος των Ελλήνων ημιθέων και ο πρώτος των νέων ηρώων της Ελλάδος» και το τελικό ξέσπασμα του αρθρογράφου του Εικονογραφημένου Παρνασσού, στα τέλη του 1913, όταν η αλβανική ανεξαρτησία φαινόταν καθαρά, ενώ το μέλλον της Βορείου Ηπείρου ήταν χλωμό:
Ουδέν κοινόν υπάρχει επίσης μεταξύ των σημερινών Αλβανών και του Σκενδέρμπεη [...] όστις ήτο Έλλην και όστις ουχί υπέρ αποκαστάσεως της αλβανικής εθνότητος κατά των Τούρκων ηγωνίσθη αλλ’ υπέρ του Ελληνισμού [...] Δεν υπελόγιζεν ο Σκενδέρμπεης την Αλβανικήν φυλήν ως εθνότητα, αλλ’ ως φυλήν έποικον και ανοχή του Βυζαντινού κράτους.