Ο Έλλην
Αυτοκράτορας της Ρωμανίας Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης: Η ζωή ενός κρυφού “αγίου”.Γράφει ο Στυλιανός Καβάζης.https://www.antibaro.gr/article/38903Στις 18 Αυγούστου του 1258 αφήνει την τελευταία του πνοή ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Θεόδωρος Λάσκαρης Β’, ύστερα από 4 χρόνια βασιλείας σε
ηλικία μόλις 36 ετών.Αν υπάρχει ένας αυτοκράτορας που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλον δικαιούται να χαρακτηρισθεί Έλληνας, αυτός είναι ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρης , του οποίου οι αναφορές για Ελλάδα και ελληνισμό ήταν σε πρώτο πρόσωπο και με ξεκάθαρο φυλετικό προσανατολισμό.
Ακολουθούν μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από επιστολές του ή επιστολές άλλων, που αναφέρονταν σε αυτόν, καθώς και μια συνοπτική αποτίμηση του “αγιασμένου”, σύντομου και στρωμένου με αγκάθια βίου του.
Ο Λάσκαρης σε επιστολή προς τον Ακροπολίτη
εξέφραζε την ντροπή του γιατί οι πρόγονοι του δημιούργησαν τέτοιο πολιτισμό σε αντίθεση με την εποχή τοu:«Ελληνικής μεγαλονοίας υπάρχει ταύτα μεστά και σοφίας ταύτης ινδάλματα δεικνύει δε ταύτα προς ημάς η πόλις κατονειδίζουσα, ώσπερ απογόνους τινάς του πατρώους κλέους το μεγαλείο σμερδαλέα γαρ εισί ταύτα προς τας νυν ανοικοδομάς».(Επιστολή προς τον φιλόσοφον Κυρόν Γεώργιον τον Ακροπολίτην).
Σε επιστολή του διδασκάλου του Νικηφόρου Βλεμμύδη, αναφέρεται ότι ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρης τού εξέφρασε
την επιθυμία και πρόθεση ο στρατός του να αποτελείται αποκλειστικά από Έλληνες, γράφοντας ότι ο Θεόδωρος συγκεντρώνει το χρυσό της χώρας, «δια να κατασκευάση στρατό ουχί εκ Τούρκων, Ιταλών, Βουλγάρων ή Σέρβων στρατιωτών, αλλά ένα Ελληνικόν, επί του οποίου μόνο θα ηδύνατο να στηριχθή»:
«Και τις ο βοηθήσων ημίν; Πέρσης πώς βοηθήσει τω Έλληνι; Ιταλός και μάλιστα μαίνεται, Βούλγαρος προφανέστατα, Σέρβος τη βία βιαζόμενος και συστέλλεται, ο δ’ημέτερος τάχα, τάχα δη ου των ημετέρων κατά αλήθειαν, μόνον δε το Ελληνικόν αυτό βοηθεί εαυτώ οικόθεν λαμβάνον τας αφορμάς».Ενώ
την Αυτοκρατορία του αποκαλούσε Ελληνίδα επικράτεια ή Ελληνικόν, όπως για παράδειγμα σε επιστολή του προς τον Μητροπολίτη Σάρδεων Φωκά, όταν εκείνος βρισκόταν σε αποστολή στο εξωτερικό:
«Και ταύτα μεν έχει ούτως όταν ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Σάρδεων εκ της Ευρώπης επανέλθη προς το Ελληνικόν».Αλλά και
σε επανειλημμένες επιστολές του προς τους Ιταλούς , δεν δίσταζε να αναφέρει ότι οτιδήποτε καλό υπήρχε οφειλόταν στους Έλληνες και όχι σε εκείνους:«Πάσα τοίνυν φιλοσοφία και γνώσις ίνα μη κατ’ όνομα λέγω τας επιστήμας Ελλήνων ή εύρεμα ή προς το κρείττον εκ τινός ον υπάρχει μεταστοιχείωμα και ο την πείραν ζητών την παμφιλόσοφον διερχόμενος μάθειεν».
«Συ δε ω Ιταλέ την βάσιν της αποδείξεως εν τω παμφιλοσόφω εγώ στησάμενος ερωτώ τίνος ένεκεν εγκαυχά ο προς ταύτα διαλεγόμενος;»
«Η γαρ περί το δόγμα της ελληνικής μεγαλονοίας στερρότης, εκείνο μάλλον ημάς λέγειν ηνάγκασε το θειότερον ή το ιδιούν την φιλοσοφίαν αυτή τίνος γαρ άλλου ; Αλλά ο Ιταλός αγνοεί και πόθεν μεν έσχε φιλοσοφία , γινώσκει , ότι δε εν τη πηγή το μάλλον ύδωρ αγνοεί».(Κατά Λατίνων λόγος Δεύτερος ήγουν περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος).
Σε επιστολή προς τον διδάσκαλο του Νικηφόρο Βλεμμύδη,
ανέφερε με περηφάνια ότι τα ελληνικά στρατεύματα δεν επέτρεψαν στους Βουλγάρους να καταλάβουν την γη της Μακεδονίας, την ένδοξη γη των Φιλίππου και Αλεξάνδρου:«Καλώς γαρ ωκοδομήθη τα βουλγαρικά παρ’ ημών και η τούτω αυχένων έπαρσις δια τας προς τα όρη διατριβάς τοις πολλοίς κειμένη και γέγονε , και κλιτοτράχηλοι οι ακαμπείς τοις ελληνικοίς στρατεύμασιν απεφάνθησαν… Δια ταύτα τυραννούμενοι τε και μη , προς την Φιλίππου κεκατηντήκαμεν και γην εθεασάμεθα, άριστε την Αλεξάνδρου ποτέ σκυλευομένην και παιζομένην παρά Βουλγάρων ολιγοστών ασθενών».(Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Τόμος Α’).
Ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης έζησε τον 13ο αιώνα. Γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1221 την ημέρα που ανακηρύχθηκε αυτοκράτωρ ο πατέρας του Ιωάννης Βατάτζης.
Ο Θεόδωρος, όπως κι ο πατέρας του, έπασχε από επιληψία. Η διαφορά μεταξύ των δύο είναι ότι η ασθένεια στον πατέρα εκδηλώθηκε σε ηλικία 62 ετών (1254) μετά από μία βασιλεία 32 χρόνων, ενώ στον γιό, και μάλιστα σε οξύτατη μορφή, όταν ήταν πολύ νέος. Οι γιατροί τον βασάνιζαν σε όλη του την ζωή, δοκιμάζοντας πάνω του διάφορες θεραπείες. Φαίνεται σε επιστολή του να διαμαρτύρεται για πονοκεφάλους, πόνους στην γλώσσα και τον φάρυγγα, για συχνές αιμορραγίες.Παιδί ακόμα, οι γονείς του καταφεύγουν στον γάμο ελπίζοντας με τον τρόπο αυτό να τον θεραπεύσουν.

Τον νυμφεύουν με την Ελένη, κόρη του τσάρου της Βουλγαρίας Ιωάννου Ασάν. Εκείνη είναι 9 ετών κι εκείνος 11.

Η μικρή πριγκίπισσα ανατίθεται στην φροντίδα της πεθεράς της αυτοκράτειρας Ειρήνης για να ανατραφεί και να εκπαιδευτεί.
Ο γάμος αυτός του Θεόδωρου και της Ελένης έδωσε πέντε παιδιά αλλά και πολύ πόνο. Η Ελένη πεθαίνει 25 ετών και ο Θεόδωρος πέφτει σε μελαγχολία με τάσεις απομόνωσης.Δεινός μελετητής της φιλοσοφίας και των μαθηματικών χαρακτηρίσθηκε ως ένας από τους διανοούμενους που σκέφτονται και φιλοσοφούν με μαθηματικό τρόπο. Ασχολείται με την θεολογία και γράφει εξαίρετους θεολογικούς λόγους, ένα πένθιμο δοκίμιο «επιτομαί ηθικαί το του βίου άστατον διαγράφουσαι».Μόνη του καταφυγή η Παναγία. Συνθέτει την ποιητική κορωνίδα του έργου του,
τον «Μέγα Παρακλητικό Κανόνα εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον» τον οποίο ψάλλουν όλοι οι ορθόδοξοι λαοί μέχρι σήμερα. Τριάντα δύο χρόνων (1254) γίνεται αυτοκράτωρ Νικαίας και τέσσερα χρόνια αργότερα πεθαίνει σε ηλικία 36 ετών, αφήνοντας ένα μοναδικό έργο θεολογικό-φιλοσοφικό, μαθηματικό και ποιητικό. Λίγο πριν από τον θάνατό του έλαβε το μοναχικό ένδυμα στα τέλη του Αυγούστου 1258.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Ήταν μια φορά ένα πριγκιπόπουλο, μοναχογιός και μονάκριβος, ο οποίος ντύθηκε και στολίστηκε με ακριβά και χρυσοκέντητα ρούχα για να λάβει μέρος στο κυνήγι. Καβάλα πάνω στ’ άλογο προχωράει και σε κάποια στιγμή συναντάει τον πατέρα του, τον βασιλιά των Ρωμαίων (Ρωμηών). Ο βασιλιάς τον είχε προσέξει από μακριά, όπως ερχότανε, και το πρόσωπό του πήρε μια στενάχωρη όψη. Όταν φθάσανε σε πολύ κοντινή απόσταση το πριγκιπόπουλο ετοιμάστηκε να χαιρετήσει τον πατέρα του, αλλά εκείνος έκανε πως δεν τον είδε και προχώρησε στο δρόμο του. Ο πρίγκιπας ξαφνιάστηκε με τη συμπεριφορά του γονιού του, και αμέσως έτρεξε να τον προλάβει και να τον ρωτήσει για ποιο λόγο τον αγνόησε. Τότε ο βασιλιάς γυρίζει και σε ύφος συμβουλευτικό του απαντάει:
«Γιατί παιδί μου σπαταλάς τα χρήματα και το χρόνο σου άσκοπα; Και δεν γνωρίζεις ότι τα χρυσοκέντητα αυτά υφάσματα που φοράς είναι από το αίμα των υπηκόων σου και ότι έπρεπε γι’ αυτούς να δαπανάς τα χρήματά σου, διότι ο πλούτος των βασιλέων ανήκει στους υπηκόους τους.».
Η ανωτέρω διήγηση, δεν αποτελεί μέρος από κάποιο μυθιστόρημα, αλλά είναι ένα πραγματικό γεγονός το οποίο μας διασώζει ο ιστορικός του 13ου αιώνα Γεώργιος Παχυμέρης. Βεβαίως και τα δύο πρόσωπα που αναφέρουμε είναι και αυτά πραγματικά, πρόκειται για τους αυτοκράτορες της Ρωμανίας/Βυζαντίου Θεόδωρο Β΄ Δούκα Λάσκαρη (πριγκιπόπουλο) και τον Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (βασιλιάς). Το περιστατικό έλαβε χώρα στην περιοχή του Νυμφαίου της Μικράς Ασίας, την τρίτη δεκαετία του 13ου αιώνα.